A
1.Αβανιά = καταστροφή-ζημιά,
2. Αγκωνή =άκρη καρβελιού φρατζόλας
3. Ακρίθια = παρανυχίδες, άγρια σημεία του δέρματος
4. Αγγειό=σκεύος,
5. Aγροικάω = ακούω ή ξαγρυπνώ
6. Aδειάζω = ευκαιρώ
7. Aκουμπέτι = παρά ταύτα
8. Aκώ = ακούω
9. Aλάργα= μακριά
10. Αλλαξιά= σύνολο ένδυσης,
11. Ανακλανιέμαι = τεντόνωμαι
12. Αναρίγησα = ανατρίχιασα
13. Αμπολάω = αφήνω, ελεύθερα, ασύδοτα
14. Ανάκαρο = δύναμη, τσαγανό.
15. Ανασκελώθηκε = έπεσε ανάσκελα
16. Ανεβάσταγη = ανυπόμονη, αυτή που δεν κρατιέται.
17. Ανήλιαγο = Αυτό που δεν το βλέπει ο ήλιος.
18. Αξύριγος = αξύριστος
19. Απίδι= αχλάδι,
20. Απόκανα = παρακουράστηκα,
21. Αποσταίνω = κουράζομαι
22. Αποσπερού = απόψε το βράδυ
23. Αραχνος = κακομοίρης,
24. Αρούκατος= άτσαλος
25. Ασκί = τουλούμι.
26. Απαυτώνω = κάνω έρωτα με μια γυναίκα
27. Απόπατος = τουαλέτα
28. Αραούζης = ασουλούπωτος
29. Απαντοχή = υπομονή
30. Αυτούνο αυτού = αυτό εκεί
31. Αποκορωμένος = καταραμένος
32. Αποκρεύω=σταματώ να τρώω κρέας
33. Απάγκιο = μέρος χωρίς αέρα
34. Ανάρτυγο=φαγητό χωρίς λάδι
35. Απόκανα = παρακουράστηκα,
36. Αποσταίνω = κουράζομαι
37. Απόρριξε =απέβαλλε
38. Ανεβάσταγος=ανυπόμονος
39. Αράδα = σειρά.
40. Αρτήθηκα = έφαγα
41. Αφόρμησα = μολύνθηκα
42. Αχάραγο = αφώτιστο
43. Αχαμνό=αδύνατο
44. Αψίω = τρώω χωρίς ψωμί
Β.
45. Βαλμάς = ο εργάτης που χτύπαγε τα άλογα στο λιοτρίβι
46. Βαρελίτσα=μικρό βαρελοειδές ξύλινο δοχείο
47. Βατεύω = κάνω sex με παρθένα
48. Βαγένι = βαρέλι
49. Βανιώνω = παχαίνω
50. Βερεσιγέ = χωρίς πληρωμή
51. Βουή σας μαύρη = προσέξτε θα σας βρει μεγάλο κακό
52. Βρακοζώνι = ανδρικό εσώρουχ0 με πόδια
53. Βίκα = στάμνα
54. Βατουριώνω, βατώνα= σύμπλεγμα από βάτα
55. Βιζιδάδι = έμπλαστρο
56. Βαβίζω = γαυγίζω ή φωνάζω
57. Βολύμι = μολύβι.
58. Βούτα = κάδος
59. Βουτσί ή Βαένι = το βερέλι που έβαζαν το μούστο.
Γ΄
60. Γράνα = χαντάκι
61. Γουρνοπούλα, = γουρουνόπουλα
62. Γερούτσος = γεροντοπαλλήκαρο.
63. Γιούρντες = είδος γυναικείου παλτώ χωρίς μανίκια
64. Γκαβαλίνα = η κοπριά των ζώων. Από εκεί πηγάζουν και οι χαρακτηρισμοί Γκάβαλος που
σημαίνει ότι κάποιος είναι σκατάς, βλάκας, όπως και το γκάβαλο που είναι η ακαθαρσία της μύτης.
65. Γκριτζάλα = ειδικό ξύλο με δόντια.
66. Γλυφοσαγανάς = αυτός που γλείφει το πιάτο.
67. Γνέματα = νήματα
68. Γούπατο = η περιοχή που είναι χαμηλή (γούβα)
69. Γούτος = αρσενικό περιστέρι, αυτός που ςίναι διπλοσάγωνοε όταν είναι μουτρωμένος
Δ΄
70. Δώθενε = από εδώ
71. Δικόνες μου = ο δικός μου
72 Δικριάνι = εργαλείο
73. Δριστέλια = η νεροτριβή.
74. Δυχατέρα = θυγατέρα
Ε΄
75 Ευτού = εκεί
76. Εντο = νάτο
77. Εντοσα = ξεπιάστηκα
78. Εφτούνο = αυτό
79. Έχουτε = έχετε
Κ΄
80. Κακαβολίθι = τρεις πέτρες που τοποθετούσαν το καζάνι όταν πήγαιναν στη νεροτριβή.
81. Καλύβω = καλύπτω.
82. Καμώνομαι = σωπαίνω
83. Καριόλα = ξύλινο κρεβάτι
84. Καρκατζέλες = κοπριά κατσίκας.
85. Καρίτζαφλας = Ο λάρυγκας της κότας, κόκορα κλπ
86. Κατσούλα = γάτα
87. Καταπίτης ή καταπιώνα= οισοφάγος
88. Κατακεφαλιά =καρπαζιά
89. Καψερός = ο καημένος.
90. Κείθενε = από ‘κει,
91. Κειώνω = τελειώνω, συμπληρώνω.
92. Κλαίει τα μυρενά = κλαίει και οδύρεται, κλαίει από την πολύ στενοχώρια.
93. Κλιτσινάρα = Το πίσω μέρος του γόνατου, η κλείδωση.
94. Κιούπι = πήλινο,λαγήνι
95. Κουτσούνα= κούκλα, το παιχνίδι
96. Κούκλα = καλαμπόκι
97. Κολιάνιτσα = ευκοίλια
98. Κουλουμπαράς = Κουμπαράς που μαζεύουμε χρήματα.
99. Κουτρούλι= σωρός χώματος,αυλάκι ντομάτας
100 Κουμούτσι = χοντρό κομμάτι ψωμιού
101 Κουβενταρία = λογοδιάρρια.
102. Κουνενές = μωρό
103. Κόρυζα = αρρώστια πτηνών.
104 Κρησάρα = λεπτό κόσκινο.
105 Κονταυγές = χαράματα
106 Κενώνω = σερβίρω- αδειάζω.
107. Κιβούρι = μνήμα
108. Κολετσίνες, Μποτσίκια = Η Κρεμμύδα που κρεμάμε την πρωτοχρονιά
109. Κοτάω = τολμώ (Δεν κοτάω να μιλήσω = δεν τολμώ να μιλήσω)
110. Κόφα = μεγάλο καλάθι.
111. Κοφίνι =καλάθι.
112. Κόφτρα = μακρύ πριόνι με δύο λαβές που το χειρίζονται δύο άτομα.
113. Κότσαλα = κοτσάνια
114. Κουκουνιάζω = Όταν τα βόδια έτρεχαν εξαγριωμένα όταν τα τσίμπαγε η μύγα κουκουνόμυγα.
115. Κούμπλα = βρύση,
116. Κουργιαλοί = αυλάκι για φύτεμα ντομάτας.
117. Κοτσώνομαι = καμαρώνω
118. Κατσόνι = ξύλινο εργαλείο τραβήγματος κλαριού
119. Κοπελάτος = υπηρέτης
120. Κουλουπώνομαι =χώνομαι στα σκεπάσματα.
121. Κούρβουλο = αυτός που χτυπάει, κουτσαίνεται
122. Κωλοφωτιά = πυγολαμπίδα.
Λ΄
123.Λαγκεύει (το μάτι μου) = Παίζει το μάτι μου (νευρικό), πετιάται.
124.Λατανάω = Βυζαίνω
125.Λάχανα = τα άγρια χόρτα των αγρών.
126.Λινάτσα = (Μεταφορική λέξη) Κατεργάρης, απατεώνας
127. Λουτσίζομαι = πλένομαι, βρέχομαι
128. Λοκάνικο = λουκάνικο.
129. Λιάστρα = απλωμένα κάτω.
130. Λιμπιά = τσιμεντένια υπαίθρια πλυντήρια.
131. Λόπια = Φασόλια ξερά.
132. Λουτριάζω τα βαρέλια = Πλύσιμο και καθάρισμα των βαρελιών από τη λάσπη.
Μ΄
133. Μαθές = λοιπόν
134 Ματσούκι = κοντόχοντρο ραβδί
135. Μαξούμι = μικρό παιδί
136. Μάπα= λάχανο.
137. Μάπα = σφουγκαρίστρα
138. Μάπισμα = το σφουγκάρισμα.
139. Μαπίζω = σφουγκαρίζω
140. Μούργα =χοντρό κατακάθι λαδιού.
141. Μουστρίθηκες = Πασαλίφθηκες στο πρόσωπο.
142 Μπατανία= χοντρή κουβέρτα.
143. Μπιτ = καθόλου
144. Μπουγέλος = κουβάς.
145. Μπορούτε = μπορείτε
146. Μπόσικα = χαλαρά.
147. Μπάκα = κοιλιά.
148. Μπουσουρντάνο = ντενεκές.
149. Μασιά = σιδερένιο όργανο για τα κάρβουνα
150. Μπάκακας =βάτραχος
151. Μπλαφούσκιασα = ζάρωσε, κρέμασε το πρόσωπό μου
152. Μπιντόνα = ντενεκές
153. Μπλεζενιά = καρπούζι
154. Μπουζία = γουρούνια.
155. Μπορμπόλια = στα μπούνια, όταν παίρνουμε κάποιον στους ώμους μας.
156. Μπότσα = ειδικό δοχείο από ορείχαλκο που χωρούσε δύο οκάδες λάδι.
157. Μπροστέλα, μπροστοποδιά = ποδιά της νοικοκυράς.
158. Μαζόχτη = μαζεύτηκε- έφτασε
159. Μπαζίνα = χυλός από καλαμποκάλετρο
160. Μου βγήκε η λασά = μου βγήκε η γλώσσα
Ν΄
162. Ναχρικά = κατσαρολικά
163. Νίδι = ένα μικρό κομμάτι
164. Νταβάς = χάλκινο ταψί με καπάκι
165. Ντενεφάδα = μυαλό
166. Νάκα = φορητή κούνια μωρών που έβαζαν στην πλάτη τους οι αγρότισσες
167. Ντενεκές στον ούρλο = ντενεκές στον κώλο του σκύλου ή γάτας.
168. Ντόνω = ξεμουδιάζω,
Ξ΄
169. Ξάϊ = το δικαίωμα 10% που έπαιρνε ο μυλωνάς για το άλεσμα του σταριού.
170. Ξεκορφαρίζω = ο ψηλός που ξεχωρίζει.
171. Ξελέμιασμα = σφάξιμο κόκορα.
172. Ξεσαγωνιάστηκα = αδυνάτισα πολύ.
173. Ξεκωλώνω = ξεριζώνω
174. Ξυλοκέρατα = χαρούπια.
175. Ξεμπατινιάστηκα = ξεπατώθηκα.
176. Ξεσπίνισμα = η αφαίρεση του σπόρου του καλαμποκιού.
177. Ξεστερίζουμαι = δεν λαμβάνω υπ’ όψιν.
Ο΄
178. Ολούθε = παντού
179. Ολοτρυπίριστος = γεμάτος τρύπες, αυτόν που έχουν τσιμπήσει πολλά κουνούπια
180. Ούλοι = Όλοι
Π΄
181. Παλιόπραμα = παλιάνθρωπος
182. Πάντα = μεριά, πλευρά, άκρη (κάνε στην πάντα)
183. Παραγώνι = τζάκι
184. Παρδαλίζουν = λέγετε όταν οριμάζουν τα σταφύλια.
185. Πασαράς = σουρωτήρι (το σκεύος)
186. Πασπαλώ = ρίχνω άχνη ζάχαρη.
187. Πασταριά = η μια πάνω στην άλλη.
188. Πατάκα = πατάτα.
189. Παταλιά = οριζόντια θέση τραυματία
190. Πατσαβούρα, πετσάφι = πρόχειρο πανί που χρησιμοποιείται κατά και μετά το φαγητό.
191. Πελεκάω = χτυπάω.
192. Περικάλεση = συγκέντρωση γυναικών σε σπίτια για ομαδική εργασία.
193. Πετσί λουρί = χέσιμο,
194. Πίγκωσα = βούλωσε η μύτη μου
195. Πιλαλάω = τρέχω,
196. Πιλάλα = τρέξιμο,
197. Πιτάρι = μελισσοκέρι
198. Πιοτούρα = κρασοκατάνυξη
199. Πέσε μου = πες μου,
200. Πλακουτσά = πλακωτά.
201. Πλέχτρες = Οι πλεξίδες των κρεμμυδιών.
202. Πολιώρα = προηγουμένως
203. Πούντος = το μεγάλο δάχτυλο του χεριού,
204. Προγκάω = διώχνω κάτι με φωνές, τον φοβίζω
205. Πούργι = μεγάλο και φαρδύ καλάθι φρούτων,
206. Πρασιές = Κοπάδια γουρουνιών, που έβοσκαν ελεύθερα στο βουνό.
207. Προσμπούκι = κολατσιό
208. Προσφέρνω = παρομοιάζω με κάποιον άλλο
209. Προσώρας = προσωρινά.
210. Πρωιμιές = πρώιμα σπαρτά.
Ρ΄
211. Ρεντίκολο = ρεζίλι, γελοίο
212. Ροβολάω = κατεβαίνω τρέχοντας.
213. Ρογός = αποθηκευτικός χώρος του άχυρου στο κατώι του σπιτιού.
214. Ροκώνω = στριμώχνω
215. Ρόμπα = Ο ξεφτύλας, ρεζίλης ευτελής. (Η λέξη αυτή λέγεται πλέον σε όλη την Ελλάδα,αλλά ξεκίνησε από τη Μεσσηνία)
216. Ρούγα = γειτονιά
217. Ρουπώνω = χορταίνω
218. Ριτσίδι = βράχηκα ως το κόκαλο.
219. Ρεντάω = ραντίζω.
Σ΄
220. Σαγάνι = πιάτο,
221. Σάϊσμα = Χοντρό ύφασμα πλεγμένο από μαλλί κατσίκας που το στρώνουν σαν χαλί και
παλιά το φόραγαν οι βοσκοί (η κάπα)
222. Σακάτου = εκεί κάτω,
223. Σαμαροπάϊδα = η λεπτή σανίδα στο πλάϊ του σαμαριού.
224. Σαπάνου = εκεί επάνω.
225. Σαρωματίνα = χορτάρινη σκούπα,
226. Σαρώνω = σκουπίζω,
227. Σαρωματίνα = χορτάρινη πρόχειρη σκούπα
228. Σάψαλο = σάπιο
229. Σβερκώνω = χτυπώ κάποιον στο σβέρκο.
230. σβώλος = μικροκαμωμένος
231. Σγαρλίζω = σκαλίζω το χώμα.
232. Σγούφτω=σκύβω,
233. Σγρουμπούλι = ογκίδιο στρογγυλό
234. Σγουμπαίνω = καμπουριάζω, είμαι σκυφτός
235. Σειριά = σόϊ
236. Σεργούνι = η ξεφτύλα
237. Σίχλος = κουβάς
238. Σκάλος = σκάλισμα
239. Σκαρίζω = βγαίνω, προβάλω από κάπου
240. Σκατοψύχια = κατάρες.
241. Σκαφίδα = η σκάφη που έπλεναν τα ρούχα.
242. Σκαφίδι = η σκάφη που ζύμωναν το ψωμί.
243. Σαπέρα = πήγαινε πέρα,
244. Σκαπέτησα = έφτασα ή έφυγα,
245. Σκεύομαι = σκέπτομαι
246. Σκουληκαντέρα = γλίτσα.
247. Σκιάχτηκα = τρόμαξα,
248. Σουβή=συμφορά,
249. Σκορδοστούμπι = γουδί,
250. Σκουράντζος= ρέγγα,
251 Σκούζω = φωνάζω,
252. Σοροβλιάστηκε = έπεσε
253. Σούγελο = υδροροή
254. Σούδα = στενό δρομάκι,
255. Σουράω= σφυρίζω,
256. Σπάρτο = κατσαφάνα
257. Σταθιμός= σταθμός,
258. Σταλίζω = στέκομαι άπραγος
259. Σπερνά = κόλυβα,
260. Σποράκλα, με σπόρισε = διάρροια.
261. Στοιχερό = χοντρό ξύλο με διχάλα στο πάνω μέρος που έδεναν τα άλογα στο κέντρο του αλωνιού.
262. Στρατόνι = πεζούλα
263. Στράφι = άδικα
264. Στρεκλάω = βαδίζω δεξιά αριστερά, σκοντάφτω
265. Στρινιάζω = στραβομουτσουνιάζω
266. Στροφιάζομαι = πέφτω για ύπνο
267. Συφουλιάζομαι = σκεπάζομαι,
268. Συμπράκαλα = διάφορα είδη οικιακής ή ατομικής χρήσης.
269. Συνεμπάζω = μαζεύω, γυρίζω
270. Στάσεις = βραγιές που φυτεύουν πχ σκόρδα
271. Σκούρκος =χρυσόμυγα.
272. Σιγουρεύω = κρύβω,
273. Στεγνώξω = στεγνώσω
274. Σφαρδάκλι = βάτραχος
275. Σώνει = φτάνει.
276. Σώστο = πιάστο
277. Σωμάρα = Όταν μειώνονται οι δυνάμεις μας.
Τ΄
278. Τάσι ή τασάκι= σταχτοδοχείο,
279. Τανιέμαι = σφίγκομαι,
280. Ταχειά = αύριο,
281. Τέτζερης = κατσαρόλα,
282. Τέντα = ανοιχτά, διάπλατα,
283. Τι λογό = τι είδος,
284. Τηράου=βλέπω,
285. Τούμπησα = έπεσα επάνω, κουτούλησα
286. Τουρλώνω = φουσκώνω,
287. Τουρνόκολα = ανάποδα
288. Τουρνοκολιάστηκε = έπεσε άγαρμπα
289. Τράβα= καδρόνι στέγης,
290. Τριφτάδια = είδος ζυμαρικών που έφτιαχναν οι νοικοκυρές.
291. Τρόκανι = κουδούνι αιγοπροβάτων
292. Τσακάω = τσακίζω
293. Τσαλίμια, τσαλιμάκια = νάζια
294. Τσαντίλα = ύφασμα που πήζουν το τυρί.
295. Τσάπια (τα) = Οι κακές συνήθειες
296. Τσαφάρι = κνήμη του ποδιού,
297. Τσιγαρολάχανα = μυρωδικά χόρτα,
298. Τσικάου = τσουγκρίζω.
299. Τσοκανάω = κόβω, πετσοκόβω.
300. Τσότρα= δοχείο κρασιού,
301. Τσουτσουρώνω = αγριεύω
302. Τσεμπερέκι ή ζεμπερέκι= πόμολο ή σύρτης πόρτας,
303. Τσουμπλέκια= κουζινικά σκεύη,
304. Τσουράπι= κάλτσα,
305. Τσιγκλάω = προτρέπω,
306. Τσεμπέρι ή τσεμπέρα = Γυναικείο μαντήλι.
Φ΄
307. Φακλάνα= κακόφημη γυναίκα (πουτάνα).
308. Φαγανιάρης = λαίμαργος
309. Φελί = ένα κομμάτι παστού βακαλάου
310. Φινωμένο φρούτο = το φρούτο που είναι στεγνό, χωρίς πολλούς χυμούς.
311. Φκτίκια = βαφτιστικά ρούχα
312. Φλέσουρα = μικρά σκουπιδάκια από ξύλα
313. Φλομώνω = ζαλίζω.
314. Φλουμπέτες = Οι καντήλες με υγρό
315. Φλύχτρες = σπυράκια
316. Φορτσέρι = μπαούλο
317. Φούγα = οργή
318. Φουρφουράω = θορυβώ
319. Φρύξες = ψωμί προηγούμενης ημέρας που το ψήνουν στο φούρνο
320. Φτενός = λεπτός.
321. Φτούνος = αυτός.
Χ.
322. Χαήλωσα = χάζεψα, έμεινα με το στόμα ανοιχτό και αφηρημένο ύφος
323. Χάμου = κάτω.
324. Χαμούρι = το σπάσιμο του ελαιόκαρπου και μετατροπή του σε πολτό.
325. Χαρανί = καζάνι,
326. Χαντρολέμι = κολιέ,
327. Χαλαστάρι =πέτρα
328. Χαβάνι = σιδερένιο γουδί.
329. Χαράκι = η αφαίρεση κομματιού από το φλοιό στον κορμό του κλήματος.
330. Χαρχαλεύω = ψάχνω
331. Χαμοκέλα = η παράγκα, το παλιό μισοχαλασμένο σπίτι.
332. Χάφτω = καταπίνω λαίμαργα, ξεγιελιέμαι.
333. Χόβολη = στάχτη.
334. Χουνέρι = πάθημα.
335. Χορήγι = ασβέστης.
336. Χουγιάζω = βρίζω.
337. Χόχλος ή χούχλος = Όταν αρχίζει να βράζει πχ ένα φαγητό.
338. Χρίζω = αλείφω.
339. Χρονιάρα = η ημέρα που είναι αργία, καθώς και οι μεγάλες γιορτές
Ψ.
340. ψες = χθές.
Ω.
341. Ωρέ = Ρε
1.Αβανιά = καταστροφή-ζημιά,
2. Αγκωνή =άκρη καρβελιού φρατζόλας
3. Ακρίθια = παρανυχίδες, άγρια σημεία του δέρματος
4. Αγγειό=σκεύος,
5. Aγροικάω = ακούω ή ξαγρυπνώ
6. Aδειάζω = ευκαιρώ
7. Aκουμπέτι = παρά ταύτα
8. Aκώ = ακούω
9. Aλάργα= μακριά
10. Αλλαξιά= σύνολο ένδυσης,
11. Ανακλανιέμαι = τεντόνωμαι
12. Αναρίγησα = ανατρίχιασα
13. Αμπολάω = αφήνω, ελεύθερα, ασύδοτα
14. Ανάκαρο = δύναμη, τσαγανό.
15. Ανασκελώθηκε = έπεσε ανάσκελα
16. Ανεβάσταγη = ανυπόμονη, αυτή που δεν κρατιέται.
17. Ανήλιαγο = Αυτό που δεν το βλέπει ο ήλιος.
18. Αξύριγος = αξύριστος
19. Απίδι= αχλάδι,
20. Απόκανα = παρακουράστηκα,
21. Αποσταίνω = κουράζομαι
22. Αποσπερού = απόψε το βράδυ
23. Αραχνος = κακομοίρης,
24. Αρούκατος= άτσαλος
25. Ασκί = τουλούμι.
26. Απαυτώνω = κάνω έρωτα με μια γυναίκα
27. Απόπατος = τουαλέτα
28. Αραούζης = ασουλούπωτος
29. Απαντοχή = υπομονή
30. Αυτούνο αυτού = αυτό εκεί
31. Αποκορωμένος = καταραμένος
32. Αποκρεύω=σταματώ να τρώω κρέας
33. Απάγκιο = μέρος χωρίς αέρα
34. Ανάρτυγο=φαγητό χωρίς λάδι
35. Απόκανα = παρακουράστηκα,
36. Αποσταίνω = κουράζομαι
37. Απόρριξε =απέβαλλε
38. Ανεβάσταγος=ανυπόμονος
39. Αράδα = σειρά.
40. Αρτήθηκα = έφαγα
41. Αφόρμησα = μολύνθηκα
42. Αχάραγο = αφώτιστο
43. Αχαμνό=αδύνατο
44. Αψίω = τρώω χωρίς ψωμί
Β.
45. Βαλμάς = ο εργάτης που χτύπαγε τα άλογα στο λιοτρίβι
46. Βαρελίτσα=μικρό βαρελοειδές ξύλινο δοχείο
47. Βατεύω = κάνω sex με παρθένα
48. Βαγένι = βαρέλι
49. Βανιώνω = παχαίνω
50. Βερεσιγέ = χωρίς πληρωμή
51. Βουή σας μαύρη = προσέξτε θα σας βρει μεγάλο κακό
52. Βρακοζώνι = ανδρικό εσώρουχ0 με πόδια
53. Βίκα = στάμνα
54. Βατουριώνω, βατώνα= σύμπλεγμα από βάτα
55. Βιζιδάδι = έμπλαστρο
56. Βαβίζω = γαυγίζω ή φωνάζω
57. Βολύμι = μολύβι.
58. Βούτα = κάδος
59. Βουτσί ή Βαένι = το βερέλι που έβαζαν το μούστο.
Γ΄
60. Γράνα = χαντάκι
61. Γουρνοπούλα, = γουρουνόπουλα
62. Γερούτσος = γεροντοπαλλήκαρο.
63. Γιούρντες = είδος γυναικείου παλτώ χωρίς μανίκια
64. Γκαβαλίνα = η κοπριά των ζώων. Από εκεί πηγάζουν και οι χαρακτηρισμοί Γκάβαλος που
σημαίνει ότι κάποιος είναι σκατάς, βλάκας, όπως και το γκάβαλο που είναι η ακαθαρσία της μύτης.
65. Γκριτζάλα = ειδικό ξύλο με δόντια.
66. Γλυφοσαγανάς = αυτός που γλείφει το πιάτο.
67. Γνέματα = νήματα
68. Γούπατο = η περιοχή που είναι χαμηλή (γούβα)
69. Γούτος = αρσενικό περιστέρι, αυτός που ςίναι διπλοσάγωνοε όταν είναι μουτρωμένος
Δ΄
70. Δώθενε = από εδώ
71. Δικόνες μου = ο δικός μου
72 Δικριάνι = εργαλείο
73. Δριστέλια = η νεροτριβή.
74. Δυχατέρα = θυγατέρα
Ε΄
75 Ευτού = εκεί
76. Εντο = νάτο
77. Εντοσα = ξεπιάστηκα
78. Εφτούνο = αυτό
79. Έχουτε = έχετε
Κ΄
80. Κακαβολίθι = τρεις πέτρες που τοποθετούσαν το καζάνι όταν πήγαιναν στη νεροτριβή.
81. Καλύβω = καλύπτω.
82. Καμώνομαι = σωπαίνω
83. Καριόλα = ξύλινο κρεβάτι
84. Καρκατζέλες = κοπριά κατσίκας.
85. Καρίτζαφλας = Ο λάρυγκας της κότας, κόκορα κλπ
86. Κατσούλα = γάτα
87. Καταπίτης ή καταπιώνα= οισοφάγος
88. Κατακεφαλιά =καρπαζιά
89. Καψερός = ο καημένος.
90. Κείθενε = από ‘κει,
91. Κειώνω = τελειώνω, συμπληρώνω.
92. Κλαίει τα μυρενά = κλαίει και οδύρεται, κλαίει από την πολύ στενοχώρια.
93. Κλιτσινάρα = Το πίσω μέρος του γόνατου, η κλείδωση.
94. Κιούπι = πήλινο,λαγήνι
95. Κουτσούνα= κούκλα, το παιχνίδι
96. Κούκλα = καλαμπόκι
97. Κολιάνιτσα = ευκοίλια
98. Κουλουμπαράς = Κουμπαράς που μαζεύουμε χρήματα.
99. Κουτρούλι= σωρός χώματος,αυλάκι ντομάτας
100 Κουμούτσι = χοντρό κομμάτι ψωμιού
101 Κουβενταρία = λογοδιάρρια.
102. Κουνενές = μωρό
103. Κόρυζα = αρρώστια πτηνών.
104 Κρησάρα = λεπτό κόσκινο.
105 Κονταυγές = χαράματα
106 Κενώνω = σερβίρω- αδειάζω.
107. Κιβούρι = μνήμα
108. Κολετσίνες, Μποτσίκια = Η Κρεμμύδα που κρεμάμε την πρωτοχρονιά
109. Κοτάω = τολμώ (Δεν κοτάω να μιλήσω = δεν τολμώ να μιλήσω)
110. Κόφα = μεγάλο καλάθι.
111. Κοφίνι =καλάθι.
112. Κόφτρα = μακρύ πριόνι με δύο λαβές που το χειρίζονται δύο άτομα.
113. Κότσαλα = κοτσάνια
114. Κουκουνιάζω = Όταν τα βόδια έτρεχαν εξαγριωμένα όταν τα τσίμπαγε η μύγα κουκουνόμυγα.
115. Κούμπλα = βρύση,
116. Κουργιαλοί = αυλάκι για φύτεμα ντομάτας.
117. Κοτσώνομαι = καμαρώνω
118. Κατσόνι = ξύλινο εργαλείο τραβήγματος κλαριού
119. Κοπελάτος = υπηρέτης
120. Κουλουπώνομαι =χώνομαι στα σκεπάσματα.
121. Κούρβουλο = αυτός που χτυπάει, κουτσαίνεται
122. Κωλοφωτιά = πυγολαμπίδα.
Λ΄
123.Λαγκεύει (το μάτι μου) = Παίζει το μάτι μου (νευρικό), πετιάται.
124.Λατανάω = Βυζαίνω
125.Λάχανα = τα άγρια χόρτα των αγρών.
126.Λινάτσα = (Μεταφορική λέξη) Κατεργάρης, απατεώνας
127. Λουτσίζομαι = πλένομαι, βρέχομαι
128. Λοκάνικο = λουκάνικο.
129. Λιάστρα = απλωμένα κάτω.
130. Λιμπιά = τσιμεντένια υπαίθρια πλυντήρια.
131. Λόπια = Φασόλια ξερά.
132. Λουτριάζω τα βαρέλια = Πλύσιμο και καθάρισμα των βαρελιών από τη λάσπη.
Μ΄
133. Μαθές = λοιπόν
134 Ματσούκι = κοντόχοντρο ραβδί
135. Μαξούμι = μικρό παιδί
136. Μάπα= λάχανο.
137. Μάπα = σφουγκαρίστρα
138. Μάπισμα = το σφουγκάρισμα.
139. Μαπίζω = σφουγκαρίζω
140. Μούργα =χοντρό κατακάθι λαδιού.
141. Μουστρίθηκες = Πασαλίφθηκες στο πρόσωπο.
142 Μπατανία= χοντρή κουβέρτα.
143. Μπιτ = καθόλου
144. Μπουγέλος = κουβάς.
145. Μπορούτε = μπορείτε
146. Μπόσικα = χαλαρά.
147. Μπάκα = κοιλιά.
148. Μπουσουρντάνο = ντενεκές.
149. Μασιά = σιδερένιο όργανο για τα κάρβουνα
150. Μπάκακας =βάτραχος
151. Μπλαφούσκιασα = ζάρωσε, κρέμασε το πρόσωπό μου
152. Μπιντόνα = ντενεκές
153. Μπλεζενιά = καρπούζι
154. Μπουζία = γουρούνια.
155. Μπορμπόλια = στα μπούνια, όταν παίρνουμε κάποιον στους ώμους μας.
156. Μπότσα = ειδικό δοχείο από ορείχαλκο που χωρούσε δύο οκάδες λάδι.
157. Μπροστέλα, μπροστοποδιά = ποδιά της νοικοκυράς.
158. Μαζόχτη = μαζεύτηκε- έφτασε
159. Μπαζίνα = χυλός από καλαμποκάλετρο
160. Μου βγήκε η λασά = μου βγήκε η γλώσσα
Ν΄
162. Ναχρικά = κατσαρολικά
163. Νίδι = ένα μικρό κομμάτι
164. Νταβάς = χάλκινο ταψί με καπάκι
165. Ντενεφάδα = μυαλό
166. Νάκα = φορητή κούνια μωρών που έβαζαν στην πλάτη τους οι αγρότισσες
167. Ντενεκές στον ούρλο = ντενεκές στον κώλο του σκύλου ή γάτας.
168. Ντόνω = ξεμουδιάζω,
Ξ΄
169. Ξάϊ = το δικαίωμα 10% που έπαιρνε ο μυλωνάς για το άλεσμα του σταριού.
170. Ξεκορφαρίζω = ο ψηλός που ξεχωρίζει.
171. Ξελέμιασμα = σφάξιμο κόκορα.
172. Ξεσαγωνιάστηκα = αδυνάτισα πολύ.
173. Ξεκωλώνω = ξεριζώνω
174. Ξυλοκέρατα = χαρούπια.
175. Ξεμπατινιάστηκα = ξεπατώθηκα.
176. Ξεσπίνισμα = η αφαίρεση του σπόρου του καλαμποκιού.
177. Ξεστερίζουμαι = δεν λαμβάνω υπ’ όψιν.
Ο΄
178. Ολούθε = παντού
179. Ολοτρυπίριστος = γεμάτος τρύπες, αυτόν που έχουν τσιμπήσει πολλά κουνούπια
180. Ούλοι = Όλοι
Π΄
181. Παλιόπραμα = παλιάνθρωπος
182. Πάντα = μεριά, πλευρά, άκρη (κάνε στην πάντα)
183. Παραγώνι = τζάκι
184. Παρδαλίζουν = λέγετε όταν οριμάζουν τα σταφύλια.
185. Πασαράς = σουρωτήρι (το σκεύος)
186. Πασπαλώ = ρίχνω άχνη ζάχαρη.
187. Πασταριά = η μια πάνω στην άλλη.
188. Πατάκα = πατάτα.
189. Παταλιά = οριζόντια θέση τραυματία
190. Πατσαβούρα, πετσάφι = πρόχειρο πανί που χρησιμοποιείται κατά και μετά το φαγητό.
191. Πελεκάω = χτυπάω.
192. Περικάλεση = συγκέντρωση γυναικών σε σπίτια για ομαδική εργασία.
193. Πετσί λουρί = χέσιμο,
194. Πίγκωσα = βούλωσε η μύτη μου
195. Πιλαλάω = τρέχω,
196. Πιλάλα = τρέξιμο,
197. Πιτάρι = μελισσοκέρι
198. Πιοτούρα = κρασοκατάνυξη
199. Πέσε μου = πες μου,
200. Πλακουτσά = πλακωτά.
201. Πλέχτρες = Οι πλεξίδες των κρεμμυδιών.
202. Πολιώρα = προηγουμένως
203. Πούντος = το μεγάλο δάχτυλο του χεριού,
204. Προγκάω = διώχνω κάτι με φωνές, τον φοβίζω
205. Πούργι = μεγάλο και φαρδύ καλάθι φρούτων,
206. Πρασιές = Κοπάδια γουρουνιών, που έβοσκαν ελεύθερα στο βουνό.
207. Προσμπούκι = κολατσιό
208. Προσφέρνω = παρομοιάζω με κάποιον άλλο
209. Προσώρας = προσωρινά.
210. Πρωιμιές = πρώιμα σπαρτά.
Ρ΄
211. Ρεντίκολο = ρεζίλι, γελοίο
212. Ροβολάω = κατεβαίνω τρέχοντας.
213. Ρογός = αποθηκευτικός χώρος του άχυρου στο κατώι του σπιτιού.
214. Ροκώνω = στριμώχνω
215. Ρόμπα = Ο ξεφτύλας, ρεζίλης ευτελής. (Η λέξη αυτή λέγεται πλέον σε όλη την Ελλάδα,αλλά ξεκίνησε από τη Μεσσηνία)
216. Ρούγα = γειτονιά
217. Ρουπώνω = χορταίνω
218. Ριτσίδι = βράχηκα ως το κόκαλο.
219. Ρεντάω = ραντίζω.
Σ΄
220. Σαγάνι = πιάτο,
221. Σάϊσμα = Χοντρό ύφασμα πλεγμένο από μαλλί κατσίκας που το στρώνουν σαν χαλί και
παλιά το φόραγαν οι βοσκοί (η κάπα)
222. Σακάτου = εκεί κάτω,
223. Σαμαροπάϊδα = η λεπτή σανίδα στο πλάϊ του σαμαριού.
224. Σαπάνου = εκεί επάνω.
225. Σαρωματίνα = χορτάρινη σκούπα,
226. Σαρώνω = σκουπίζω,
227. Σαρωματίνα = χορτάρινη πρόχειρη σκούπα
228. Σάψαλο = σάπιο
229. Σβερκώνω = χτυπώ κάποιον στο σβέρκο.
230. σβώλος = μικροκαμωμένος
231. Σγαρλίζω = σκαλίζω το χώμα.
232. Σγούφτω=σκύβω,
233. Σγρουμπούλι = ογκίδιο στρογγυλό
234. Σγουμπαίνω = καμπουριάζω, είμαι σκυφτός
235. Σειριά = σόϊ
236. Σεργούνι = η ξεφτύλα
237. Σίχλος = κουβάς
238. Σκάλος = σκάλισμα
239. Σκαρίζω = βγαίνω, προβάλω από κάπου
240. Σκατοψύχια = κατάρες.
241. Σκαφίδα = η σκάφη που έπλεναν τα ρούχα.
242. Σκαφίδι = η σκάφη που ζύμωναν το ψωμί.
243. Σαπέρα = πήγαινε πέρα,
244. Σκαπέτησα = έφτασα ή έφυγα,
245. Σκεύομαι = σκέπτομαι
246. Σκουληκαντέρα = γλίτσα.
247. Σκιάχτηκα = τρόμαξα,
248. Σουβή=συμφορά,
249. Σκορδοστούμπι = γουδί,
250. Σκουράντζος= ρέγγα,
251 Σκούζω = φωνάζω,
252. Σοροβλιάστηκε = έπεσε
253. Σούγελο = υδροροή
254. Σούδα = στενό δρομάκι,
255. Σουράω= σφυρίζω,
256. Σπάρτο = κατσαφάνα
257. Σταθιμός= σταθμός,
258. Σταλίζω = στέκομαι άπραγος
259. Σπερνά = κόλυβα,
260. Σποράκλα, με σπόρισε = διάρροια.
261. Στοιχερό = χοντρό ξύλο με διχάλα στο πάνω μέρος που έδεναν τα άλογα στο κέντρο του αλωνιού.
262. Στρατόνι = πεζούλα
263. Στράφι = άδικα
264. Στρεκλάω = βαδίζω δεξιά αριστερά, σκοντάφτω
265. Στρινιάζω = στραβομουτσουνιάζω
266. Στροφιάζομαι = πέφτω για ύπνο
267. Συφουλιάζομαι = σκεπάζομαι,
268. Συμπράκαλα = διάφορα είδη οικιακής ή ατομικής χρήσης.
269. Συνεμπάζω = μαζεύω, γυρίζω
270. Στάσεις = βραγιές που φυτεύουν πχ σκόρδα
271. Σκούρκος =χρυσόμυγα.
272. Σιγουρεύω = κρύβω,
273. Στεγνώξω = στεγνώσω
274. Σφαρδάκλι = βάτραχος
275. Σώνει = φτάνει.
276. Σώστο = πιάστο
277. Σωμάρα = Όταν μειώνονται οι δυνάμεις μας.
Τ΄
278. Τάσι ή τασάκι= σταχτοδοχείο,
279. Τανιέμαι = σφίγκομαι,
280. Ταχειά = αύριο,
281. Τέτζερης = κατσαρόλα,
282. Τέντα = ανοιχτά, διάπλατα,
283. Τι λογό = τι είδος,
284. Τηράου=βλέπω,
285. Τούμπησα = έπεσα επάνω, κουτούλησα
286. Τουρλώνω = φουσκώνω,
287. Τουρνόκολα = ανάποδα
288. Τουρνοκολιάστηκε = έπεσε άγαρμπα
289. Τράβα= καδρόνι στέγης,
290. Τριφτάδια = είδος ζυμαρικών που έφτιαχναν οι νοικοκυρές.
291. Τρόκανι = κουδούνι αιγοπροβάτων
292. Τσακάω = τσακίζω
293. Τσαλίμια, τσαλιμάκια = νάζια
294. Τσαντίλα = ύφασμα που πήζουν το τυρί.
295. Τσάπια (τα) = Οι κακές συνήθειες
296. Τσαφάρι = κνήμη του ποδιού,
297. Τσιγαρολάχανα = μυρωδικά χόρτα,
298. Τσικάου = τσουγκρίζω.
299. Τσοκανάω = κόβω, πετσοκόβω.
300. Τσότρα= δοχείο κρασιού,
301. Τσουτσουρώνω = αγριεύω
302. Τσεμπερέκι ή ζεμπερέκι= πόμολο ή σύρτης πόρτας,
303. Τσουμπλέκια= κουζινικά σκεύη,
304. Τσουράπι= κάλτσα,
305. Τσιγκλάω = προτρέπω,
306. Τσεμπέρι ή τσεμπέρα = Γυναικείο μαντήλι.
Φ΄
307. Φακλάνα= κακόφημη γυναίκα (πουτάνα).
308. Φαγανιάρης = λαίμαργος
309. Φελί = ένα κομμάτι παστού βακαλάου
310. Φινωμένο φρούτο = το φρούτο που είναι στεγνό, χωρίς πολλούς χυμούς.
311. Φκτίκια = βαφτιστικά ρούχα
312. Φλέσουρα = μικρά σκουπιδάκια από ξύλα
313. Φλομώνω = ζαλίζω.
314. Φλουμπέτες = Οι καντήλες με υγρό
315. Φλύχτρες = σπυράκια
316. Φορτσέρι = μπαούλο
317. Φούγα = οργή
318. Φουρφουράω = θορυβώ
319. Φρύξες = ψωμί προηγούμενης ημέρας που το ψήνουν στο φούρνο
320. Φτενός = λεπτός.
321. Φτούνος = αυτός.
Χ.
322. Χαήλωσα = χάζεψα, έμεινα με το στόμα ανοιχτό και αφηρημένο ύφος
323. Χάμου = κάτω.
324. Χαμούρι = το σπάσιμο του ελαιόκαρπου και μετατροπή του σε πολτό.
325. Χαρανί = καζάνι,
326. Χαντρολέμι = κολιέ,
327. Χαλαστάρι =πέτρα
328. Χαβάνι = σιδερένιο γουδί.
329. Χαράκι = η αφαίρεση κομματιού από το φλοιό στον κορμό του κλήματος.
330. Χαρχαλεύω = ψάχνω
331. Χαμοκέλα = η παράγκα, το παλιό μισοχαλασμένο σπίτι.
332. Χάφτω = καταπίνω λαίμαργα, ξεγιελιέμαι.
333. Χόβολη = στάχτη.
334. Χουνέρι = πάθημα.
335. Χορήγι = ασβέστης.
336. Χουγιάζω = βρίζω.
337. Χόχλος ή χούχλος = Όταν αρχίζει να βράζει πχ ένα φαγητό.
338. Χρίζω = αλείφω.
339. Χρονιάρα = η ημέρα που είναι αργία, καθώς και οι μεγάλες γιορτές
Ψ.
340. ψες = χθές.
Ω.
341. Ωρέ = Ρε